Τρίτη 11 Σεπτεμβρίου 2012

Καινοτομία, εισροή άμεσων επενδύσεων & θυγατρικές πολυεθνικών εταιριών

Η ιδιαίτερα έντονη και ολοένα δυσμενέστερη οικονομική και κοινωνική κατάσταση που βιώνουμε στην Ελλάδα, η οποία ξεκίνησε ουσιαστικά να δημιουργείται τα τελευταία τρία χρόνια, έχει φέρει σε σκέψεις όχι μόνο πολίτες, πολιτικούς, επιστήμονες και δημόσιους λειτουργούς, αλλά σχεδόν όλη την παγκόσμια κοινή γνώμη. Η αποκλιμάκωση της ιδιαίτερης αυτής κατάστασης που ζει σήμερα ο καθένας μας πρέπει να είναι απόρια ενός συνονθυλεύματος πολιτικών εφαρμογών και συγκεκριμένων επενδυτικών στρατηγικών.

Για το πρώτο σκέλος δεν είμαι ειδικός ως προς το να εκφέρω την άποψή μου, ωστόσο για το δεύτερο υπάρχουν σκέψεις, γνώσεις και ιστορικά γεγονότα που μου δίνουν το έναυσμα να προχωρήσω στη συγγραφή του άρθρου αυτού.

Άραγε πόσοι από εμάς ασχολούνται με οικονομικά στοιχεία, και δη με συγκεκριμένες στατιστικές αναφορικά με επενδύσεις, πατέντες, έρευνητικές δαπάνες κλπ; Φαντάζομαι μόνο όσοι έχουν κάποιο συγκεκριμένο ενδιαφέρον πάνω στο πεδίο αυτό, ή ακόμα και άνθρωποι που παρακολουθούν στενά τις οικονομικές και επενδυτικές εξελίξεις τόσο σε εθνική, όσο και σε διεθνή κλίμακα.

Ας αναλύσουμε όμως τα πλεονεκτήματα που διαθέτει η Ελλάδα. Η χώρα μας
βρίσκεται σε ένα στρατηγικό γεωγραφικό σημείο αν μη τι άλλο, έχοντας ακόμα ένα ισχυρό οικονομικό υπόβαθρο, φυσικό πλούτο, ιδιαίτερα ικανό και καταρτισμένο επιστημονικό και εργατικό δυναμικό, μια νέα γενιά επιτυχημένων επιχειρηματιών με διεθνή δράση και εξωστρεφή χαρακτήρα, αλλά και μια παράδοση χρόνων σε αρκετές κατηγορίες επιχειρηματικής δράσης, όπως ο τουρισμός, η ναυτιλία, το εμπόριο, η γεωργία κλπ.

Σίγουρα υπάρχει το γεγονός πως πολλές χώρες στρέφονται όλο και περισσότερο στην προσέγγιση μεγάλων επενδυτών και πολυεθνικών εταιριών με σκοπό την απορρόφηση κεφαλαίων για δημιουργία νέων μονάδων παραγωγής στις χώρες τους. Αυτό που λίγοι γνωρίζουν όμως είναι πως ολοένα και νέες επιστημονικές δημοσιεύσεις έρχονται στο φως για να συνδέσουν την εισροή ξένων επενδυτικών κεφαλαίων με την καινοτομία. Η χώρα μας βρίσκεται στα χαμηλότερα επίπεδα πανευρωπαϊκώς αναφορικά με τη χρηματοδότηση ερευνητικών δραστηριοτήτων (περίπου 0,50% του ΑΕΠ) σε σύγκριση με χώρες τις Κεντρικής Ευρώπης και της Σκανδιναβίας, όπου τα ποσοστά αυτά αγγίζουν ή ακόμα και υπερβαίνουν το 3,50% του ΑΕΠ τους.

Διακρίνοντας την τεράστια αυτή διαφορά που λαμβάνει χώρα ανάμεσα στην Ελλάδα και σε άλλα κράτη μέλη της Ε.Ε. σίγουρα αντιλαμβανόμαστε γιατί βρισκόμαστε μίλια μακριά από την τροχιά ερευνητικής ανάπτυξης, παραγωγής καινοτόμων προϊόντων και δημοσίευσης πατεντών. Φυσικά δεν είναι η κατάλληλη χρονική στιγμή να ζητήσει κανείς από την κυβέρνηση να αυξήσει τις δαπάνες για ερευνητικές δραστηριότητες, ωστόσο αυτό που θα μπορούσαμε να κάνουμε είναι να κοιτάξουμε γύρω μας σε υποδείγματα χωρών, που εκμεταλλεύτηκαν την εισαγωγή επενδυτικών κεφαλαίων με σκοπό την ερευνητική και καινοτομική τους ανάκαμψη. Φυσικά δε θα αναφερθώ σε αναδυόμενες χώρες όπως η Κίνα, η Ινδία ή η Βραζιλία που παράγουν πλέον τις περισσότερες διεθνείς πατέντες, όντας χώρες που φιλοξενούν παραγωγικά και ερευνητικά κέντρα σχεδόν όλων των μεγαλύτερων πολυεθνικών του κόσμου.

Ωστόσο, ένα νέο ρεύμα έρχεται να δημιουργήσει μια νέα γεωγραφική περιοχή με έντονο ενδιαφέρον στις ερευνητικές επενδύσεις πολυεθνικών. Χώρες από την πρώην Σοβιετική Ένωση, αλλά και μετασοσιαλιστικές χώρες όπως η Ουγγαρία, η Σλοβενία, η Πολώνία και η Τσεχία έχουν αποκτήσει πέρα των παραγωγικών μονάδων, ερευνητικά κέντρα που παράγουν καινοτόμα προϊόντα και δημιουργούν πατέντες εν ονόματι μεγάλων πολυεθνικών εταιριών. Αξίζει κανείς να δει πως μεγάλες εταιρίες τηλεπικοινωνιών και φαρμακοβιομηχανίες, όπως οι NOKIA, IBM, Siemens, Bosch και Novartis, έχουν αναπτύξει ερευνητικούς δεσμούς με τις χώρες αυτές που φαίνεται να μη στερούνται ικανών ατόμων με πλούσια ακαδημαίκή και ερευνητική μόρφωση. Πλέον χώρες με το μισό πληθυσμό της Ελλάδας και με πολύ περιορισμένες οικονομικές δυνατότητες παράγουν τις ίδιες ή ακόμα και περισσότερες πατέντες από εμάς, ενώ διαθέτουν συγκριτικά διπλάσια ή τριπλάσια ποσοστά του ΑΕΠ τους για έρευνα και ανάπτυξη.

Κάποιοι θα πούν πως είναι φυσιολογικό οι χώρες αυτές να έχουν την κατάλληλη ανάπτυξη σε ερευνητικό επίπεδο, καθότι έχουν επηρρεαστεί θετικά από τις μακροχρόνιες επεδύσεις πολυεθνικών εταιριών. Ωστόσο, πρέπει να αναλογιστούμε πως οι χώρες αυτές είχαν συγκριτικά πλεονεκτήματα, όσον αφορά τα χαμηλά μισθολογικά κριτήρια, και όχι τόσο την ικανότητα να παράγουν σπουδαίους και εφευρετικούς επιστήμονες οι οποίοι θα μπορούσαν να εργαστούν στα ερευνητικά κέντρα των θυγατρικών. Η Ελλάδα δεν είναι μια χώρα στην οποία το εξειδικευμένο προσωπικό αμείβεται με τεράστιες απολαβές, ούτε στερείται ικανών και καταρτισμένων επιστημόνων. Το μεγαλύτερο πρόβλημα έγγυται στην έλλειψη προσέλκυσης επενδυτικών κεφαλαίων για ανάπτυξη ερευνητικών κέντρων. Εφόσον δεν είμαστε οι πιο φτηνοί από άποψη εργατικού δυναμικού σε θέματα παραγωγής, τότε ας εκμεταλλευτούμε την ερευνητική και επιστημονική ικανότητά μας. Η προσέλκυση επενδύσεων πέρα των κλασικών τουριστικών, εμπορικών και κατασκευαστικών που πραγματοποιούνται μέχρι και σήμερα, πρέπει να εστιάσει στη δημιουργία ερευνητικών κέντρων μεγάλων πολυεθνικών εταιριών. Η έρευνα παράγει έρευνα και ωφελεί ασφαλώς σε μεγάλο βαθμό την προσέλκυση νέων επνδύσεων, τη διάδοση παγκοσμίως μιας ανταγωνιστικής ερευνητικής κουλτούρας, τον περιορισμό διάχεισης εγκεφάλων (brain drain) στο εξωτερικό και ασφαλώς την ανάπτυξη της οικονομίας μας, μέσω εξαγωγών άρτιων και προηγμένων τεχνολογικά προϊόντων.

Ίσως έχει έρθει η ώρα, ώστε η αναζήτηση επενδύσεων να γίνει πιο στρατηγική, με σκοπό να αποβλέπουμε όχι μόνο στη βραχυχρόνια επάνοδό μας στην οικονομική ευημερία, αλλά και σε ένα πιο μακροχρόνιο μοντέλο ανάπτυξης που θα συνδυάζει την οικονομική ανάπτυξη με την αξιοποίηση των τόσο ικανών επιστημόνων και ερευνητών που ακόμα διαθέτει η χώρα μας. Να μην ξεχνάμε άλλωστε πως αναπτύσσονται ολοένα και περισσότερα παραδείγματα μικρομεσαίων εταιριών στην Ελλάδα, με στελέχη και επιστήμονες που έχουν λάβει την τριτοβάθμια μόρφωσή τους εγχωρίως, και οι οποίες καινοτομούν και προάγουν το αίσθημα της εφευρετικότητας και του επιχειρείν. Ας προσανατολιστούμε λοιπόν και εμείς σε μοντέλα ανάπτυξης που ποτέ δεν έχουν καθιερωθεί στον ελληνικό χώρο, και ας σκεφτούμε έξω από το κουτί. Άλλωστε τώρα είναι πιο η κατάλληλη στιγμή από ποτέ για να προχωρήσουμε σε στρατηγικές επενδυτικές συμμαχίες.


alt
alt

Γιώργος Μπατσάκης

Ο Γιώργος Μπατσάκης (BA, MSc, PhDc) είναι υποψήφιος διδάκτωρ, ερευνητής και Λέκτορας μερικής απασχόλησης στο Brunel University του Λονδίνου. Κατέχει προπτυχιακό τίτλο σπουδών από το τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων του Παναπιστημίου Αιγαίου και μεταπτυχιακό στην οικονομική επιστήμη με έμφαση στην Επιχειρηματικότητα και την καινοτομία από το Erasmus University of Rotterdam. Επίσης έχει παρακολουθήσει μεταπτυχιακό πρόγραμμα στην οικονομετρία από το Πανεπιστήμιο του Λονδίνου. Έχει εργαστεί κατά το παρελθόν ως ερευνητής στο ALBA Graduate Business School (AHEAD) και στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών (Μονάδα Καινοτομίας και Επιχειρηματικότητας). Η ερευνητική του δουλειά έχει παρουσιαστεί σε παγκοσμίως διακεκριμένα ακαδημαϊκά συνέδρια όπως τα Academy of Management, Academy of International Business, Danish Research Unit for Industrial Dynamics (DRUID) κλπ. Τα ερευνητικά του ενδιαφέροντα εμπίπτουν στα πεδία των πολυεθνικών εταιριών, των διεθνών επιχειρηματικών δραστηριοτήτων, της καινοτομίας και της επιχειρηματικότητας.




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...