Μια φράση που διατύπωσε η Αλέκα Παπαρήγα, κατά την ομιλία της
στη συζήτηση επί του Προϋπολογισμού στη Βουλή, σχολιάστηκε ιδιαίτερα από
τους πιο παρατηρητικούς στα πολιτικά παρασκήνια των προηγούμενων
ημερών. «Οποιος κι αν φέρει την απλή αναλογική, την ψηφίζεις με χέρια
και με πόδια μέσα στη Βουλή. Οποιος κι αν τη φέρει, η Νέα Δημοκρατία, το
ΠΑΣΟΚ...» είπε χαρακτηριστικά η γενική γραμματέας του ΚΚΕ.
Αυτή η αποστροφή της, εν μέσω μάλιστα μιας συζήτησης που δεν αφορούσε αμιγώς πολιτικά θέματα αλλά την οικονομική κατάσταση, δεν θεωρήθηκε καθόλου τυχαία. Καταγράφηκε σε μια στιγμή κατά την οποία πυκνώνουν διεργασίες για το θέμα της ενδεχόμενης αλλαγής του εκλογικού νόμου και πολλαπλασιάζονται οι απορίες για τη στάση που θα κρατήσουν τα κόμματα σε μια τέτοια περίπτωση.
Οπως πρώτη έχει αποκαλύψει η «κυριακάτικη δημοκρατία», οι συζητήσεις και οι προβληματισμοί ξεκίνησαν στον απόηχο των τελευταίων εκλογών, που σηματοδότησαν το τέλος των μονοκομματικών κυβερνήσεων και την είσοδο στην εποχή των συνεργασιών. Οπως μάλιστα σημειώνουν αρκετοί, μέσω της τροποποίησης του εκλογικού νόμου είναι πολύ πιθανό να αντιμετωπιστούν τα όποια αδιέξοδα θα μπορούσε να προκύψουν στις πολιτικές εξελίξεις και να μη χρειαστεί ως εκ τούτου η δημιουργία νέων κομμάτων στη θέση των υπαρχόντων και ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά την Κεντροδεξιά και τη Ν.Δ.
Σύμφωνα με πληροφορίες, η συζήτηση και μόνο της πιθανής αλλαγής του εκλογικού νόμου διχάζει τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ. Αλλα εξ αυτών θεωρούν ότι αν
προωθηθεί η καθιέρωση της απλής αναλογικής, θα είναι πολύ δύσκολο η σημερινή αξιωματική αντιπολίτευση να κρατήσει αρνητική στάση. Στον αντίποδα υπάρχουν εκείνοι που υποστηρίζουν ότι θα πρέπει να βρεθούν τρόπος και επιχειρήματα με τα οποία ο ΣΥΡΙΖΑ να δικαιολογήσει την αντίθεσή του. Και κυρίως, όπως διατείνονται, η τυχόν αλλαγή θα πρέπει να αποδοθεί σε σχέδιο «ανακοπής» της πορείας του ΣΥΡΙΖΑ προς την εξουσία, ενώ προτείνουν να αναληφθεί δέσμευση για εφαρμογή της απλής αναλογικής μόλις το κόμμα τους βρεθεί στην κυβέρνηση!
Το σημαντικότερο πρόβλημα για τον ΣΥΡΙΖΑ, βέβαια, είναι ότι, σε κάθε περίπτωση, δεν διαθέτει αυτή τη στιγμή «συμμάχους» για τον σχηματισμό κυβέρνησης συνεργασίας, με τον ίδιο ως κορμό, μετά τις επόμενες εκλογές.
Ενδεικτικό της αμηχανίας που έχει καταλάβει ως προς αυτό την Κουμουνδούρου είναι το γεγονός ότι προβάλλει ως εφικτό το σενάριο της κυβερνητικής συνεργασίας με τους Ανεξάρτητους Ελληνες του Π. Καμμένου. Γι' αυτό και τελικά ωθείται σε μια ρητορική που συγκεκαλυμμένα εκφράζει την επιδίωξη της αυτοδυναμίας (!), μολονότι για τον ΣΥΡΙΖΑ και τους άλλους σχηματισμούς της Αριστεράς αυτή αποτέλεσε μία από τις βασικές αιτίες της κακοδαιμονίας για τη χώρα μας. Την ίδια στιγμή ο κίνδυνος για τον ΣΥΡΙΖΑ είναι ότι σε περίπτωση αλλαγής του εκλογικού νόμου μπορεί να ενισχυθούν οι φυγόκεντρες δυνάμεις στο εσωτερικό του και το ενδεχόμενο μιας διάσπασης από την πλευρά των σκληρών αντιμνημονιακών τάσεων, που εκτιμούν ότι θα πετύχουν μια ευπρόσωπη παρουσία στη νέα Βουλή, να πάρει σάρκα και οστά.
Το βασικότερο σημείο μιας αλλαγής του εκλογικού νόμου θα είναι η αφαίρεση του μπόνους των 50 εδρών που προβλέπει το ισχύον σύστημα για το πρώτο κόμμα, ενώ ταυτόχρονα λέγεται ότι θα διατηρηθεί το όριο του 3% για την είσοδο στη Βουλή. Πρόκειται για μια διάταξη στην οποία δεν έχει λόγο να εναντιωθεί κανένα από τα σημερινά κόμματα, αφού συν τοις άλλοις αποτρέπει τη δημιουργία «παραφυάδων».
Δεδομένων όλων αυτών, η δήλωση της κυρίας Παπαρήγα την περασμένη Κυριακή στη Βουλή αποκτά ιδιαίτερη σημασία διότι καθιστά ακόμη πιο εφικτό το απαιτούμενο άθροισμα για την άμεση εφαρμογή του νέου νόμου. Σύμφωνα με το Σύνταγμα, για να ισχύσει τυχόν αλλαγή από τις αμέσως επόμενες εκλογές απαιτείται πλειοψηφία 200 βουλευτών. Ακόμη κι αν ο ΣΥΡΙΖΑ ταχθεί τελικά αντίθετος, η σημερινή κυβερνητική πλειοψηφία μαζί με τις ψήφους του ΚΚΕ και των Ανεξάρτητων Ελλήνων καλύπτουν με άνεση αυτό το όριο.
dimokratianews
Αυτή η αποστροφή της, εν μέσω μάλιστα μιας συζήτησης που δεν αφορούσε αμιγώς πολιτικά θέματα αλλά την οικονομική κατάσταση, δεν θεωρήθηκε καθόλου τυχαία. Καταγράφηκε σε μια στιγμή κατά την οποία πυκνώνουν διεργασίες για το θέμα της ενδεχόμενης αλλαγής του εκλογικού νόμου και πολλαπλασιάζονται οι απορίες για τη στάση που θα κρατήσουν τα κόμματα σε μια τέτοια περίπτωση.
Οπως πρώτη έχει αποκαλύψει η «κυριακάτικη δημοκρατία», οι συζητήσεις και οι προβληματισμοί ξεκίνησαν στον απόηχο των τελευταίων εκλογών, που σηματοδότησαν το τέλος των μονοκομματικών κυβερνήσεων και την είσοδο στην εποχή των συνεργασιών. Οπως μάλιστα σημειώνουν αρκετοί, μέσω της τροποποίησης του εκλογικού νόμου είναι πολύ πιθανό να αντιμετωπιστούν τα όποια αδιέξοδα θα μπορούσε να προκύψουν στις πολιτικές εξελίξεις και να μη χρειαστεί ως εκ τούτου η δημιουργία νέων κομμάτων στη θέση των υπαρχόντων και ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά την Κεντροδεξιά και τη Ν.Δ.
Σύμφωνα με πληροφορίες, η συζήτηση και μόνο της πιθανής αλλαγής του εκλογικού νόμου διχάζει τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ. Αλλα εξ αυτών θεωρούν ότι αν
προωθηθεί η καθιέρωση της απλής αναλογικής, θα είναι πολύ δύσκολο η σημερινή αξιωματική αντιπολίτευση να κρατήσει αρνητική στάση. Στον αντίποδα υπάρχουν εκείνοι που υποστηρίζουν ότι θα πρέπει να βρεθούν τρόπος και επιχειρήματα με τα οποία ο ΣΥΡΙΖΑ να δικαιολογήσει την αντίθεσή του. Και κυρίως, όπως διατείνονται, η τυχόν αλλαγή θα πρέπει να αποδοθεί σε σχέδιο «ανακοπής» της πορείας του ΣΥΡΙΖΑ προς την εξουσία, ενώ προτείνουν να αναληφθεί δέσμευση για εφαρμογή της απλής αναλογικής μόλις το κόμμα τους βρεθεί στην κυβέρνηση!
Το σημαντικότερο πρόβλημα για τον ΣΥΡΙΖΑ, βέβαια, είναι ότι, σε κάθε περίπτωση, δεν διαθέτει αυτή τη στιγμή «συμμάχους» για τον σχηματισμό κυβέρνησης συνεργασίας, με τον ίδιο ως κορμό, μετά τις επόμενες εκλογές.
Ενδεικτικό της αμηχανίας που έχει καταλάβει ως προς αυτό την Κουμουνδούρου είναι το γεγονός ότι προβάλλει ως εφικτό το σενάριο της κυβερνητικής συνεργασίας με τους Ανεξάρτητους Ελληνες του Π. Καμμένου. Γι' αυτό και τελικά ωθείται σε μια ρητορική που συγκεκαλυμμένα εκφράζει την επιδίωξη της αυτοδυναμίας (!), μολονότι για τον ΣΥΡΙΖΑ και τους άλλους σχηματισμούς της Αριστεράς αυτή αποτέλεσε μία από τις βασικές αιτίες της κακοδαιμονίας για τη χώρα μας. Την ίδια στιγμή ο κίνδυνος για τον ΣΥΡΙΖΑ είναι ότι σε περίπτωση αλλαγής του εκλογικού νόμου μπορεί να ενισχυθούν οι φυγόκεντρες δυνάμεις στο εσωτερικό του και το ενδεχόμενο μιας διάσπασης από την πλευρά των σκληρών αντιμνημονιακών τάσεων, που εκτιμούν ότι θα πετύχουν μια ευπρόσωπη παρουσία στη νέα Βουλή, να πάρει σάρκα και οστά.
Το βασικότερο σημείο μιας αλλαγής του εκλογικού νόμου θα είναι η αφαίρεση του μπόνους των 50 εδρών που προβλέπει το ισχύον σύστημα για το πρώτο κόμμα, ενώ ταυτόχρονα λέγεται ότι θα διατηρηθεί το όριο του 3% για την είσοδο στη Βουλή. Πρόκειται για μια διάταξη στην οποία δεν έχει λόγο να εναντιωθεί κανένα από τα σημερινά κόμματα, αφού συν τοις άλλοις αποτρέπει τη δημιουργία «παραφυάδων».
Δεδομένων όλων αυτών, η δήλωση της κυρίας Παπαρήγα την περασμένη Κυριακή στη Βουλή αποκτά ιδιαίτερη σημασία διότι καθιστά ακόμη πιο εφικτό το απαιτούμενο άθροισμα για την άμεση εφαρμογή του νέου νόμου. Σύμφωνα με το Σύνταγμα, για να ισχύσει τυχόν αλλαγή από τις αμέσως επόμενες εκλογές απαιτείται πλειοψηφία 200 βουλευτών. Ακόμη κι αν ο ΣΥΡΙΖΑ ταχθεί τελικά αντίθετος, η σημερινή κυβερνητική πλειοψηφία μαζί με τις ψήφους του ΚΚΕ και των Ανεξάρτητων Ελλήνων καλύπτουν με άνεση αυτό το όριο.
dimokratianews
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου