«Πράσινο φως» για τη συνέχιση των εργασιών στις εγκαταστάσεις των μεταλλείων χρυσού άναψε από αρχαιολογικής πλευράς το Συμβούλιο της Επικρατείας, απορρίπτοντας την πρώτη αίτηση ακύρωσης που είχαν υποβάλει πολιτιστικοί φορείς, κάτοικοι και δημοτικές αρχές της περιοχής.
Μετά την απόρριψη την περασμένη εβδομάδα της αίτησης για «πάγωμα» των περιβαλλοντικών όρων, το Ε' τμήμα ΣτΕ εξέδωσε χθες την πρώτη απόφαση για αίτηση ακύρωσης, κρίνοντας συνταγματική και νόμιμη την υπουργική απόφαση με την οποία δόθηκε η οριστική έγκριση για την εκτέλεση του επίμαχου έργου από άποψη αρχαιολογικού νόμου και η οποία ενσωματώθηκε στη γενική έγκριση περιβαλλοντικών όρων που συνυπέγραψαν 5 υπουργοί το καλοκαίρι του 2011.
Στην αίτηση ακύρωσης φορείς και κάτοικοι της Μεγάλης Παναγιάς (αρχικά και ο Δήμος, που αργότερα παραιτήθηκε από το ένδικο μέσο) υποστήριζαν ότι η υπουργική έγκριση είναι αντίθετη στο άρθρο 24 του Συντάγματος που προστατεύει το πολιτιστικό περιβάλλον και τα μνημεία, τονίζοντας ότι απειλούνται αρχαιολογικά ευρήματα στις Μαύρες Πέτρες, στις Σκουριές κ.α.
Το ανώτατο δικαστήριο απέκρουσε, ωστόσο ως αβάσιμους τους σχετικούς ισχυρισμούς, αναλύοντας διεξοδικά τις αυτοψίες, αξιολογήσεις και διαπιστώσεις που έκαναν οι αρμόδιες αρχαιολογικές υπηρεσίες. Παραθέτοντας όλα τα αρχαιολογικά ευρήματα στην ευρύτερη περιοχή που χρήζουν προστασίας, οι αρχαιολογικές υπηρεσίες -τονίζει το ΣτΕ- αξιολόγησαν τις επιπτώσεις των έργων και έθεσαν συγκεκριμένους όρους οι οποίοι -κατά την ανέλεγκτη ουσιαστική κρίση των υπηρεσιών- διασφαλίζουν ότι δεν θα προκληθεί άμεση ή έμμεση βλάβη στις εντοπισθείσες αρχαιότητες, ούτε στην αρχαιολογική έρευνα, ενώ δεν θα αποκλειστεί η δυνατότητα ανάδειξης και αξιοποίησής τους.
Ειδικότερα για τις Σκουριές -όπως τονίζεται στην 1170/13 ομόφωνη απόφαση της μείζονος σύνθεσης του Ε' τμήματος ΣτΕ- υπήρχε αρχικά αρνητική γνωμοδότηση της αρμόδιας Εφορείας Αρχαιοτήτων, «λόγω εντοπισμού σκωριών από εκκαμίνευση κατά την αρχαιότητα και κεραμεικής σε επιφανειακή εκδήλωση μεταλλοφόρου κοιτάσματος» αλλά και επειδή πιθανολογήθηκε (το 2006-07) η ανεύρεση αρχαίων εγκαταστάσεων συνδεόμενων με τα ευρήματα αυτά.
Ομως η πιθανολόγηση αυτή -τονίζει το ΣτΕ- αποκλείστηκε αργότερα, ύστερα από αυτοψία που έγινε το 2009 και ειδική ανασκαφική έρευνα (με 31 ερευνητικές τομές) σύμφωνα και με τη σχετική αξιολόγηση του Κεντρικού Συμβουλίου Αρχαιοτήτων (ΚΑΣ), ενώ δεν εντοπίστηκαν άλλες αρχαιότητες.
Πάντως, προς προστασία των ευρημάτων τέθηκε ως όρος η μεταφορά τους σε σημείο κατάλληλο ώστε να μην αποκόπτονται από το περιβάλλον τους ενώ, αφού λήφθηκαν υπόψη άλλα αρχαιολογικά ευρήματα, απαγορεύθηκε η επέμβαση σε συγκεκριμένες τοποθεσίες και επιτράπηκε να αναπτυχθεί κατά τα λοιπά η επίμαχη μεταλλευτική δραστηριότητα. Κι αυτό γιατί, κατά την κρίση του αρμόδιου αρχαιολογικού οργάνου, δεν υφίσταται οπτική ή άλλου είδους όχληση στις αποκαλυφθείσες αρχαιότητες εν όψει της απόστασης και της θέσης τους σε σχέση με την περιοχή ανάπτυξης των έργων.
Ετσι το ΣτΕ δέχθηκε ότι έχουν αιτιολογηθεί με επάρκεια η μεταστροφή και η θετική γνώμη των αρχαιολογικών υπηρεσιών, κρίνοντας ότι πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι οι ισχυρισμοί των αιτούντων και να γίνει δεκτή η παρέμβαση που άσκησε υπέρ της νομιμότητας της επίμαχης υπουργικής απόφασης η εταιρεία «Ελληνικός Χρυσός».
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΑΥΛΩΝΙΤΗΣ
ethnos.gr
newssalonika
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου